Μίλερ, Χένρι

Μίλερ, Χένρι
(Henry Miller, Νέα Υόρκη 1891 – 1980). Αμερικανός συγγραφέας. Ύστερα από μια αργόσχολη νεότητα, την οποία πέρασε στους δρόμους του Μπρούκλιν, ο Μ. έζησε πολλά χρόνια στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στο Παρίσι· μετά τον πόλεμο επέστρεψε στην Καλιφόρνια, όπου οι νεαροί μπίτνικ συγγραφείς τον θαύμαζαν ως μετρ. Άρχισε τη συγγραφική του σταδιοδρομία με το έργο Ο τροπικός του καρκίνου (1934), που τυπώθηκε στη Γαλλία και ακολούθησε Ο τροπικός του αιγόκερω (1938). Μεγάλο μέρος των έργων του εξακολουθεί να θεωρείται απαράδεκτο σε πολλές χώρες, με τον χαρακτηρισμό της ανηθικότητας, αλλά γενικά αναγνωρίζεται η λογοτεχνική του αξία. Μεταξύ των απαγορευμένων του βιβλίων μνημονεύονται το Sexus (1941), το Plexus (1953), το Nexus (1959) και η αυτοβιογραφία του Η μαύρη άνοιξη (1934), η οποία περιγράφει τα χρόνια που έζησε στη Νέα Υόρκη. Το θέμα των μυθιστορημάτων του Μ. είναι η αποστέγνωση της σύγχρονης κοινωνίας και η έξαρση μιας κατ’ ένστικτο φυσικής ζωής. Από τα λογοτεχνικά του δοκίμια διακρίνεται το Ο Μαξ και τα λευκά φαγοκύτταρα (1938). Ο Αμερικανός συγγραφέας Χένρι Μίλερ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Τζέιμς, Χένρι — (James, Νέα Υόρκη 1843 – Λονδίνο 1916). Αμερικανός συγγραφέας, αδελφός του φιλόσοφου Γουίλιαμ Τζέιμς. Η περιουσία που είχε συγκεντρώσει ο παππούς από τον πατέρα του, ιρλανδικής καταγωγής, του επέτρεψε άνετη ζωή. Σπούδασε στην Ευρώπη όπου έμεινε… …   Dictionary of Greek

  • Βαν ντε Βέλντε, Χένρι — (Henri Van de Velde, Αμβέρσα 1863 – Ζυρίχη 1957). Βέλγος αρχιτέκτονας και σχεδιαστής (designer), από τους κυριότερους εκπροσώπους του κινήματος του νέου ρυθμού (art nouveau) και μεγάλος πρωτοπόρος της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Ασχολήθηκε αρχικά… …   Dictionary of Greek

  • Μαντσίνι, Χένρι — (Henry Mancini, Κλίβελαντ 1924 – Λος Άντζελες 1994). Αμερικανός μουσικοσυνθέτης, μαέστρος, ενορχηστρωτής. Ξεκίνησε σπουδές μουσικής στην Ακαδημία Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης το 1942, αλλά το επόμενο έτος αναγκάστηκε να διακόψει εξαιτίας του Β’… …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • κρυσταλλογραφία — Η επιστημονική μελέτη των κρυστάλλων. Ένας κρύσταλλος αποτελεί μία στερεά ουσία με καθορισμένο γεωμετρικό σχήμα, που παρουσιάζει έναν ορισμένο αριθμό επίπεδων εδρών και μπορεί να παραβληθεί με ένα πολύεδρο (κρυσταλλικό πολύεδρο). Χαρακτηριστικό… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Κατσίμπαλης, Γεώργιος — (Αθήνα 1899 – 1978). Λόγιος και βιβλιογράφος. Ασχολήθηκε με τη βιβλιογραφία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Σπούδασε νομικά στο Μονπελιέ και στο Παρίσι. Το 1925 κυκλοφόρησε μία μετάφραση των ποιημάτων του Κωστή Παλαμά στο Λονδίνο, σε συνεργασία με… …   Dictionary of Greek

  • Κέρουακ, Τζακ — (Jack Kerouac, Λόουελ, Μασαχουσέτη 1922 – Φλόριντα 1969). Αμερικανός συγγραφέας. Καταγόταν από γαλλοκαναδική οικογένεια. Έζησε τα νεανικά χρόνια της ζωής του στη Νέα Υόρκη και φοίτησε στο πανεπιστήμιο της Κολούμπια. Για μια περίοδο εργάστηκε ως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”